Βλέποντας Λάκη

    



     Την περασμένη Τρίτη ο Λάκης Λαζόπουλος φιλοξενούσε στην εκπομπή του την Χαρούλα Αλεξίου. Το στούντιο ζητούσε συνεχώς ένα τραγούδι ακόμα. «Πώς να τους σταματήσω; Είναι διαδήλωση» είπε σε κάποια στιγμή ο Λάκης.


     Κάθε Τετάρτη πρωί η ερώτηση που γίνεται στην αυλή είναι «Είδες Λάκη χτες;». Από πέρυσι σχολιάζαμε συνεχώς τα αστεία του αλλά και τα «σοβαρά» του. Έβλεπα τους συμμαθητές μου να είναι τόσο πρόθυμοι για πολιτική συζήτηση, τόσο κριτικοί σχετικά με την επικαιρότητα και σαρκαστικοί απέναντι στο τηλεοπτικό σκουπίδι, παρά το στερεότυπο που τους θέλει εθισμένους σ’ αυτό. Κι ακόμα, τις μέρες του Δεκέμβρη, είχα την εντύπωση ότι ο Λάκης λειτουργούσε, και είχε τόσο καιρό λειτουργήσει, περίπου όπως η παράσταση «Το Μεγάλο μας Τσίρκο» του Καμπανέλλη στα χρόνια της χούντας. Είχε πιάσει τον συνεχώς αυξανόμενο σφυγμό της νεολαίας, είχε καταφέρει να πει τα κατάλληλα λόγια, να σταθεί δίπλα της και να αναρωτηθεί μαζί της, όχι να συμβουλέψει, αλλά να κοιτάξει αμήχανος όπως εμείς, να είναι πολύ συγκεκριμένος κι όμως να παραμένει ακόμα λιγάκι απροσδιόριστος.

      Δεν είναι ότι ο Λάκης δεν κάνει λάθη. «Μερικές φορές το χάνει λίγο» λέει ένας φίλος μου. Γίνεται ξεπερασμένος, υπερβάλλει, επαναλαμβάνεται… Κι όμως έχει κάτι. Έχει κάτι που συχνά ίσως και από ένστικτο τον οδηγεί, τον βάζει στα ίχνη της νεολαίας και εκείνος δεν την προδίδει ποτέ. Τι είναι αυτό αναρωτιέμαι.

    «Υπερασπίστηκε τον Αλέξη τον Δεκέμβρη. Μας υπερασπίστηκε όλους. Όχι σαν τους άλλους που προσπαθούσαν να δικαιολογήσουν τον αστυνομικό. Όχι σαν τους άλλους που είναι πάντα εναντίον μας» λέει μια φίλη μου. Ο Λάκης προσπαθεί. Προσπαθεί να είναι δίπλα μας, να είναι εκεί για μας. Και εμείς, ψάχνοντας κάποιον «που να τα λέει», κάποιον που να ακούει, κάποιον που να μας ξεσηκώνει, γεμίσαμε το στούντιό του, του δώσαμε υψηλά νούμερα, τον φέραμε στην επικαιρότητα όσο ποτέ πριν. Ο Λάκης είναι τρυφερός. «Αν δεν είναι όλα τα παιδία δικά μας, τότε δεν έχουμε παιδιά» λέει. Μας κλείνει το μάτι, μας δίνει το λόγο και παρότι φοράει σταράκια μιλάει σαν πατέρας. Πατέρας μιας γενιάς ολόκληρης, πατέρας που αλλού θα κάνει λάθος, αλλού θα τα πάει καλά αλλά ποτέ δεν θα μας γυρίσει ένα σκληρό και άκαρδο πρόσωπο, δεν θα δείξει μίσος για την νιότη, δεν θα τραβηχτεί μακριά μας από φόβο ή από ζήλια.

    «Αφήστε τους νέους στην ησυχίας τους» λέει. Και γεφυρώνει το χάσμα, όσο αυτό μπορεί να γεφυρωθεί. «Όταν ένας μεγάλος υποστηρίζει τα όνειρα και τους στόχους μας είναι λογικό να είναι αποδεκτός. Έχουμε βαρεθεί αυτούς που μας θεωρούν ανεύθυνους και ανώριμους» λέει μια φίλη. Και όντως ο Λάκης μας σέβεται κι ας είμαστε μικροί, γνωρίζει την δύναμή μας, παίρνει ζωή από μας. Και ταυτόχρονα μας θυμίζει την αγωνιστική τακτική μιας άλλης γενιάς. «Βοηθάει στο να αγωνίζομαι για αυτά που πιστεύω. Όταν μιλάει δεν αισθάνομαι ότι μας χειρίζεται.» Το μόνο που χειρίζεται είναι την επικοινωνία. Μας αγγίζει χρησιμοποιώντας το βίωμα, αυτό που μένει διαχρονικό ανάμεσα στις γενιές. «Έχει αφήσει το κουστούμι του στην άκρη. Όχι σαν κάποιους-κάποιους που θέλουν να ξεχάσουν πως κάποτε κ αυτοί είχαν όνειρα και ελπίδες» Ναι, ο Λαζόπουλος είναι φανατικός υποστηρικτής του ονείρου. Και κυρίως του απίθανου, του ανεκπλήρωτου, του ζωτικού ονείρου. Η Ανθούλα που είναι συνταξιούχος αποκτά παραπάνω από δεκαπέντε λεπτά δημοσιότητας, ο φυλακισμένος που γράφει στίχους ακούει την Χαρούλα Αλεξίου να λέει το τραγούδι του, ο στρατιώτης που κάνει σκοπιά το γράμμα του να διαβάζεται στην εκπομπή. Ο Λαζόπουλος θέλει να γελάμε όλοι.

Ιωάννα Μπαρτσίδη