Η Κρεβατοκάμαρα του Καβάφη



 
Duane Michals, "The Adventures of Costantine Cavafy" (1978)

«Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ,



Μεγάλα κι υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.»

Κ.Π. Καβάφης, «Τείχη», 1896

   Την τελευταία ημέρα του Αντιρατσιστικού Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, 27 Ιουνίου 2010, στο εργαστήριο της ομάδας «Οι Κυρίες της Αυλής» παρουσιάστηκε ένα βίντεο με αποσπάσματα από μαγνητοσκοπημένες απαντήσεις μαθητών στους οποίους υποβλήθηκαν ερωτήματα σχετικά με την ομοφυλοφιλία και την ομοφοβία. Μια από αυτές τις ερωτήσεις ήταν και η εξής: «Γνωρίζετε ότι ο Καβάφης ήταν ομοφυλόφιλος; Πιστεύετε ότι θα έπρεπε να διδασκόμαστε τα ερωτικά του ποιήματα του στο σχολείο;»

  «Δεν μας ενδιαφέρει τι έκανε ο Καβάφης στο κρεβάτι του, έτσι κι αλλιώς ήταν μέγιστος» ειπώθηκε πολλές φορές. Μπορούμε να πούμε ότι και μόνο αυτή η φράση αντανακλά μια στάση, μια στάση που ίσως να ονομάζαμε την στάση της «καλής πρόθεσης».

  Γιατί αυτός που παίρνει αυτή τη στάση έχει μάθει ότι δεν πρέπει να είναι ρατσιστής και έχει την πρόθεση να απαντήσει «μη ρατσιστικά». Απαντά με βάση αυτό που πιστεύει ότι είναι ρατσισμός.

   Έχει φοιτήσει στο ελληνικό σχολείο από τα τέλη της δεκαετίας του ενενήντα και μετά, σε ένα σχολείο δηλαδή που προσπαθεί με διάφορους τρόπους να είναι πολιτικά ορθό, που έχει κολλημένες στους διαδρόμους του αφίσες με αγκαλιασμένα λευκά και μαύρα παιδάκια και που σε μαθαίνει ότι «δεν κρίνουμε τον άλλο γι’ αυτό που είναι». Τι σημαίνει όμως δεν κρίνουμε τον άλλο για αυτό που είναι; Αυτή είναι κατά την γνώμη μου μια εντελώς κενή φράση, μια φράση πάνω στην οποία θεμελιώνεται ένας δεύτερης γενιάς ρατσισμός, ένας ρατσισμός της ανεκτικότητας αλλά της μη αποδοχής.

   Και αυτό φαίνεται στην περίπτωση Καβάφη. Δεν κρίνουμε λοιπόν τον Καβάφη για αυτό που είναι. Μας ενδιαφέρει τι έκανε στο γραφείο του και όχι στην κρεβατοκάμαρά του. Θέλουμε να μπούμε στο σπίτι του Καβάφη από το παράθυρο του γραφείου χωρίς να περάσουμε καθόλου από την κρεβατοκάμαρα. Θέλουμε να προσπεράσουμε, να ανεχτούμε και όχι να αποδεχτούμε την ομοφυλοφιλία του, λόγω και μόνο λόγω της αξίας του ποιητικού του έργου. Προτείνουμε δηλαδή στον Καβάφη μια ανταλλαγή, μας δίνει τις «Θερμοπύλες» ή την «Ιθάκη» και εμείς ανεχόμαστε την ομοφυλοφιλία του σαν ένα είδος ποιητικής άδειας.

   Το ίδιο συμβαίνει και με τα κείμενα της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας που αναφέρονται σε ομοφυλοφιλικές σχέσεις. Αν και εφόσον συζητηθεί το θέμα, αυτό γίνεται πάντα με διευκρίνιση όπως: «οι αρχαίοι έλληνες ήταν μεγάλοι κι ας είχαν αυτά τα γούστα.» Τι θα πει «κι ας είχαν αυτά τα γούστα»;

   Ό,τι θα πει και δεν κρίνουμε τον άλλο «γι’ αυτό που είναι». Εγκαθιδρύουμε μια ανταλλακτική σχέση. Παίρνουμε από τον Πλάτωνα αυτό που θέλουμε να μας δώσει, το επονομαζόμενο «μεγαλείο» και σε αντάλλαγμα ανεχόμαστε τις ομοφυλοφιλικές σχέσεις, τα επονομαζόμενα «γούστα».

  Τι μας μαθαίνουν αυτές οι ανταλλαγές; Μας μαθαίνουν μόνο να προεκτείνουμε αυτήν την λογική πέρα από την λογοτεχνία. Μικρές χιλιάδες ανταλλαγές, μικρές χιλιάδες προϋποθέσεις για να είσαι αυτό που είσαι και για να το δέχομαι. Και η στάση της καλής πρόθεσης γίνεται στάση της ανταλλαγής.

  Ποτέ όμως καμία ανταλλακτική λογική δεν οδήγησε στην πραγματική γνώση. Δεν γνωρίζεις έτσι ολόκληρη την ποίηση ενός ολόκληρου ανθρώπου, ούτε την ιδιαιτερότητα μιας «μεγαλειώδους» εποχής.

  «Τα ποιήματα που διδάσκονται στο σχολείο πρέπει να είναι καθαρά εκπαιδευτικού περιεχομένου» λέει κατηγορηματικά στην κάμερα ένας μαθητής. Κι ας μην ήθελε να πει αυτό, θα εκμεταλλευτώ τα λόγια του. Πρέπει να είναι εκπαιδευτικού περιεχομένου, άρα να μας παρέχουν παιδεία. Να μας μαθαίνουν τον κόσμο ενός ποιητή, το πνεύμα μιας εποχής. Να κρίνουν τον άλλο για αυτό που είναι. Για όλο αυτό που είναι. Πρέπει δηλαδή να μας βάζουν στο σπίτι του Καβάφη και όχι μόνο στο γραφείο του.



Ιωάννα Μπαρτσίδη

1 σχόλιο:

  1. και τι γίνεται, όταν έχουμε να κάνουμε με φασίστες, παιδεραστές, βίαιους καλλιτέχνες?

    ΑπάντησηΔιαγραφή