Το Οτομπιάνκι

Λίγες μέρες πριν επιστρέψουμε στο σχολείο και με την ευκαιρία μιας ιστορίας που μας διηγήθηκε η μητέρα μιας φίλης, ανοίγουμε σε μια παρέα την συζήτηση για την απογοητευτική εκπροσώπηση στο σχολείο και το πανεπιστήμιο. «Εμείς τους θεωρούσαμε τους πιο ανιδιοτελείς από όλους μας και ‘κείνοι με τα χρήματα της εκδρομής του έτους έβγαλαν Οτομπιάνκι», λέει χαρακτηριστικά η μητέρα της φίλης και όλοι κουνάνε τα κεφάλια διαβεβαιώνοντάς την πως από το 1976 δεν έχουν αλλάξει και πολλά. «Ξανατρώμε τα ίδια στην μάπα και μετά παραπονιόμαστε. Τι να πω, μ’ αυτό το θέμα δεν ασχολούμαι πια», παραιτείται μια φίλη.

 
«Και με ποιο σκεπτικό ψηφίσατε;» τολμώ να ρωτήσω εγώ. «Όλοι ξέρουμε ότι με τις σχολικές εκλογές δεν αλλάζει τίποτα. Τα ίδια άτομα ξαναβάζουν υποψηφιότητα και επειδή οι εκλογές θεωρούνται ελεύθερες ώρες επιλέγουμε χωρίς σκέψη ώστε ‘‘να πάμε πιο γρήγορα για καφέ’’» λέει ένας συμμαθητής μου. Θυμάμαι ακόμα και πολιτικοποιημένους και οργανωμένους γνωστούς μου να περιφρονούν τα μαθητικά συμβούλια των σχολείων τους.
Η μητέρα της φίλης μας παρεμβαίνει σ’ αυτό το σημείο λέγοντας ότι στην δική της εποχή οι μαθητές δεν θα μπορούσαν ούτε να φανταστούν αυτό το προνόμιο που εμείς απαξιώνουμε. Δεν μας έμαθε όμως κανείς και να το εκτιμάμε. Πριν τις εκλογές, στα σχολεία, δεν γίνεται καμία προεργασία, δεν απαιτείται από τους υποψηφίους να διεκδικήσουν με οποιονδήποτε τρόπο τις ψήφους των συμμαθητών τους, να πραγματοποιήσουν μια σύντομη ομιλία, μερικές φορές ούτε και να συστηθούν με τα ονόματά τους στην συνέλευση. Με βάση τι διαμορφώνεται η ψήφος μας παραμένει μυστήριο. Παραδείγματος χάριν, η τάξη μου στο τέλος της χρονιάς αντιπροσωπευόταν άτυπα από ένα αυτοσχέδιο πενταμελές, διαφορετικό από αυτό που είχε προκύψει στις εκλογές τον Οκτώβριο, στο οποίο συμμετείχαν άτομα που όχι μόνο δεν είχαν εκλεγεί αλλά δεν είχαν υπάρξει και υποψήφιοι, μαζί με μέλη του συμβουλίου που είχαν συγκεντρώσει τις λιγότερες ψήφους. Γιατί, ενώ ήταν γνωστή η προσφορά τους, δεν ψηφίστηκαν εξ αρχής; Και ακόμη, γιατί δύο απ’ αυτούς προτίμησαν να μην βάλουν καν υποψηφιότητα;
Οι συμμαθητές μου κι εγώ μείναμε έκπληκτοι όταν παρακολουθήσαμε στην ταινία «Ανάμεσα στους τοίχους» του Λοράν Καντέ δύο εκπροσώπους της τάξης να παίρνουν μέρος στην συνέλευση των καθηγητών και να εκφράζουν την γνώμη τους πάνω στην βαθμολογία των συμμαθητών τους και πειθαρχικά θέματα του σχολείου. Συζητώντας ύστερα με την φιλόλογό μας δεν υπήρξε κανείς που να μην ανέφερε αυτήν την σκηνή. «Μακάρι να ήταν και σε μας έτσι», είπαν οι περισσότεροι, κι ας είχαν ψηφίσει βαριεστημένα ή απαίδευτα όταν τους είχε δοθεί η ευκαιρία. Απρόσμενα μεγάλη ήταν και η συμμετοχή που σημειώθηκε όταν η τάξη μου αποφάσισε να δημιουργήσει μια ομάδα σύνταξης επιστολής διαμαρτυρίας προς την διευθύντρια. Η ιδέα όμως προκάλεσε γέλια(!) όταν ακούστηκε στο γραφείο των καθηγητών και απαξιώθηκε εντελώς από την Γενική Συνέλευση του σχολείου.
«Δεν πρόκειται να κερδίσετε τίποτε.», ήταν η απάντηση του Προέδρου, σε τρίτο πληθυντικό πρόσωπο. Μέσα σ’ αυτήν την φράση βρίσκεται η ρίζα της αδιαφορίας και της υποτίμησης των μαθητικών εκλογών και των οργάνων που προκύπτουν από αυτές αλλά και κάθε «πολιτικής» πρωτοβουλίας μέσα το σχολείο. Είναι η απάντηση που καταπλακώνει κάθε προσπάθεια, κάθε διάθεση για αλλαγή στα λύκεια και τα γυμνάσια και έρχεται από το στόμα των ίδιων των εκλεγμένων συμμαθητών μας. Αναρωτιέμαι, ποιο είναι το δικό τους «Οτομπιάνκι». Για ποιο λόγο παίρνουν μέρος και διακρίνονται σε μια διαδικασία που απαξιώνουν; Και πόσο τιμάται φέτος το να μας απογοητεύουν και να μας αποθαρρύνουν όλους;


Ιωάννα Μπαρτσίδη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου